ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| πειστικός,-ή,-ό | persuasive |
| διακειμενικότητα (η) | pertextuality |
| διαταραχή μετωπικού σήματος (η) | pertrubed signal wavefront |
| Αποτελέσματα Πήτερς-Ρίτσι (τα) | Peters-Ritchie results |
| πετρογλυφικό (το) | petroglyph |
| ΦΔ | PF |
| σύγκλιση ΦΔ (η) | PF-convergence |
| κατηγορία-φάντασμα (η) | phantom category |
| τεμάχιο-φάντασμα (το) | phantom segment |
| λέξη-φάντασμα (η) | phantonym |