ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
επιμεριστικός,-ή,-ό από αριστερά | left distributive |
κεφαλή πριν (η) | left head / left-headed |
πόδες αριστερής κεφαλής (οι) | left headed feet |
αριστερό ημισφαίριο (το) | left hemisphere |
αριστερή προσεταιριστική γραμματική (η) | left-associative grammar |
αριστερή διακλάδωση (η) | left-branching |
δομή με αριστερή διακλάδωση (η) | left-branching construction |
γλώσσα με αριστερή διακλάδωση (η) | left-branching language |
αριστερή πυρηνική δομή (η) | left-core structure |
αριστερή μετατόπιση (η) | left-dislocation |