ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Αναλυμένο Κόρπους του Λάνκαστερ (το) | Lancaster Parsed Corpus |
σημείο κατάληξης (το) | landing site |
πεδίο προσγείωσης (το) | landing site |
σημείο αναφοράς (το), τοπόσημο (το) | landmark |
Νεονορβηγική (η) (γλώσσα), "γλώσσα της υπαίθρου" (η) | Landsmål |
Λανγκάζ (η), Λόγος (ο), Γλώσσα (η) | langage |
Λανγκάζ (η), Λόγος (ο), Γλώσσα (η) | langage |
γλώσσα (η) | language |
γλωσσικός,-ή,-ό | language |
γλωσσική επίδοση (η) | language achievement |