ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
διαισθητικά δεδομένα (τα) intuitive data
Ινούιτ (η) (γλώσσα) inuit
Ινουκτιτούτ (η) (γλώσσα) Inuktitut
Ινουπιακή (η) (γλώσσα) Inupiak
αμετάβλητος,-η,-ο invariable
αμετάβλητες λέξεις (οι) invariable / invariant words
αμεταβλητότητα (η) invariance
διατήρηση (η) invariance
υπόθεση της αμεταβλητότητας (η) invariance hypothesis
αρχή της αμεταβλητότητας (η) invariance principle