ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
τομή (η) intersection
τομή συνόλων (η) intersection set
διακειμενικότητα (η) intertextuality
(ισο)διαστημική κλίμακα (η) interval scale
εμβόλιμος,-η,-ο intervening
συνέντευξη (η) interview
διαφωνηεντικός,-ή,-ό intervocalic
μεσοφωνηεντικός,-ή,-ό intervocalic
διαφωνηεντικό μεταξύ φωνηέντων (το) intervocalic between vowels
διαφωνηεντική ηχηροποίηση (η) intervocalic voicing