ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
Ινδική γλωσσική περιοχή (η) Indian linguistic area
Ινδική (η) (γλώσσα) Indic
οριστική (η) indicative (indic, INDIC)
οριστική περιγραφή (η) indicative description
Οριστής / Δείκτης (o) indicator
αντίστροφος πίνακας (ο) indice
ενδείκτες (οι) indices
ιθαγενοποίηση (η) indigenization
ιθαγενής γλώσσα (η) indigenous language
ιδιοσυγκρασιακά χαρακτηριστικά (τα) indiosyncratic (features)