ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
απροσδιοριστία (η) indeterminacy
απροσδιοριστία της γραμματικής (η) indeterminacy of grammar
απροσδιοριστία της επανασύνθεσης (η) indeterminacy of reconstruction
απροσδιοριστία της σημασιολογίας indeterminacy of semantics
απροσδιόριστος,-η,-ο indeterminate
ενδείκτης (ο), δείκτης (ο) index (pl. indices)
πίνακας λέξεων (ο), ευρετήριο (το) index (pl. indices)
αντίστροφο ευρετήριο (το) index a tergo
ενδεικτικό πεδίο της γλώσσας (το) index field of language
Ίντεξ (Ευρετήριο) Τομίστικους (το) Index Thomisticus