ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
προσλεκτική δύναμη (η) illocutionary force
προσλεκτική ισχύς (η) illocutionary force
μηχανισμός ένδειξης της προσλεκτικής δύναμης (o) illocutionary force indicating device
μηχανισμός ένδειξης της προσλεκτικής δύναμης (o) (ΜΕΠΔ) illocutionary force indicating device (IFID)
προσλεκτική ισχύς (η) illocutionary power
προσλεκτική υιοθέτηση (η) illocutionary uptake
προσδιοριστική χρήση (η) illocutionary use
εικονογραφημένο λεξικό (το) illustrateddictionary
εικονογράφηση (η) illustration
παράδειγμα (το) illustration