ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| καταχώρηση | entry |
| λήμμα | entry |
| συνθήκη εισόδου | entry condition |
| βάση δεδομένων λημμάτων (η) | entry database |
| μορφότυπο λήμματος (το) | entry format |
| εισόδιος όρος | entry term |
| τύπος του λήμματος (ο) | entry-form |
| πρώτη γραμμή του λήμματος (η) | entry-line |
| εισόδιος όρος (ο) | entry-term |
| λίστα εισόδιων όρων (η) | entry-term list |