ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| ελλιπών,-ούσα,-όν | ellipted |
| ελλειπτικός τύπος (ο) | elliptic form |
| ελλειπτικός | elliptical |
| ελλειπτική πρόταση | elliptical sentence |
| συνθήκη του λοιπού περιβάλλοντος (η) | elsewhere condition |
| αρχή του λοιπού περιβάλλοντος (η) | elsewhere principle |
| Διδασκαλία Αγγλικής Γλώσσας (η) | ELT |
| λεξικό Αγγλικής ως ξένης γλώσσας (το) | ELT dictionary |
| λεξικογραφία Αγγλικής ως ξένης γλώσσας (η) | ELT lexicography |
| εγκιβωτίζω | embed |