ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| γωνιακά φωνήεντα (τα) | corner vowels |
| Κορνουαλική (η) (γλώσσα) | Cornish |
| κορωνιδικός | coronal (cor, COR) |
| κορωνιδικές αρθρώσεις | coronal articulations |
| κορωνιδικό χαρακτηριστικό | coronal feature |
| κορωνιδικοποίηση | coronalization |
| σώματα κειμένων (τα) | corpora |
| κόρπους | corpus |
| σώμα κειμένου | corpus |
| Σώμα κειμένων (το), Κόρπους (corpus) (το) | corpus (pl.corpora) |