ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
ΕΣ (έσχατο συστατικό) (το) | UC |
Κατηγοριακή Γραμματική Ενοποίησης (η) | ucg |
Σύστημα Σημασιολογικής Ανάλυσης του UCREL (το) | UCREL Semantic Analysis System (USAS) |
Ουντμούρτ (η) (γλώσσα) | Udmurt |
Καθολική Γραμματική (η) | ug |
Γραμματική Ενοποίησης (η) | ug |
Ουιγουρική (η) (γλώσσα) | UG |
Ουγκαριτική (η) (γλώσσα) | Ugaritic |
Ουγγρική (η) (γλώσσα) | Ugric |
Ουιγουρική (η) (γλώσσα) | Uigur |