Toggle navigation
LingTermbase
Home
Contact Us
Search
About
Bibliography
ALL
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
16348 results
Greek Term
English Term
Διδασκαλία της Αγγλικής σε Ομιλητές Άλλων Γλωσσών (η)
TESOL
τεσιτούρα (η)
tessitura
κριτήριο (το)
test
τεστ(το)
test
Κριτήριο (το), τεστ (το)
Test / level
σύνολο τεστ (το)
test battery
(εξεταστικό) ερώτημα/ζητούμενο (το)
test item
δοκιμασιολογία (η), δοκιμολογία (η), τέστινγκ (το)
testing
αξιοπιστία εξετάσεως-επανεξετάσεως (η), αξιοπιστία δια της επανάληψης (της εξετάσεως) (η), αξιοπιστία με επαναχορήγηση δοκιμίου (η), αξιοπιστία των επαναληπτοικών μετρήσεων (η), μέθοδος της επανεξέτασης με το ίδιο τεστ (η), τεχνική ελέγχου-μετελέγχου (η)
test-retest reliability
τετρασθενής κατηγορία
tetrad
« Previous
1
…
1486
1487
1488
1489
1490
…
1635
Next »