ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
ορολογική τράπεζα (η) | terminological bank |
ορολογική συμπαράθεση | terminological concordance |
ορολογικά δεδομένα | terminological data |
τράπεζα ορολογικών δεδομένων | terminological data bank |
συλλογή ορολογικών δεδομένων | terminological data collection |
βάση ορολογικών δεδομένων | terminological database |
ορολογικό λεξικό | terminological dictionary |
ορολογικό λήμμα | terminological entry |
ορολογικό μορφότυπο | terminological format |
ορολογικό γλωσσάριο (το) | terminological glossary |