ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
τύπος προσφώνησης (ο) term of address
όρος προσφώνησης (o), τύπος προσφώνησης (ο) term of address
τερματικός-ή-ό terminal
τερματικά ανάλογα (τα) terminal analogs
τερματικό στοιχείο terminal element
τερματική άρμοση terminal juncture
τερματικός κόμβος terminal node
τερματική σειρά terminal order
τελική αλυσίδα terminal string
τερματική διαδοχή στοιχείων terminal string