ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
τηλεγραφ(ηματ)ική ομιλία (η) telegrammatic speech
τηλεγραφική ομιλία (η) telegraphic speech
τηλεγραφικό στάδιο telegraphic stage
τηλεματική (η) telematics
τελεολογικός,-ή,-ό teleological
τελεολογία της γλωσσικής αλλαγής (η) teleology of language change
τηλεφωνικές τραπεζικές συναλλαγές telephone banking 
τηλεφωνικός κατάλογος (ο) telephone book
τηλεφωνικός κατάλογος (ο) telephone directory
τηλεσκοπική λέξη (η), συμφυρμός (ο) telescoped word