ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Συμπόνοια (η) | sympathy |
Αξίωμα της Συμπόνιας | Sympathy Maxim |
συμπάτρια ειδογένεση | sympatric speciation |
συμπρακτικό πεδίο της γλώσσας (το) | sympractical field of language |
συναίρεση (η) | synaeresis |
συναισθησία (η) | synaesthesia |
Συναισθησία (η) | synaesthesia/synesthesia |
συναλοιφή (η) | synaloepha |
σύναψη (η) | synapsis |
συγκατηγορηματικά επίθετα | syncategorematic adjectives |