ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Υπερεκτίμηση (η) | supervaluation |
εκμάθηση με επίβλεψη | supervised learning |
σουπίνο (το) | supine |
συμπλήρωμα (το), παράρτημα (το) | supplement |
συμπληρωματική πρόταση | supplementary clause |
συμπληρωματικές κινήσεις (οι) | supplementary movements |
συμπληρωματική κατανομή | supplementary rule |
συμπληρωματική πηγή (η) | supplementary source |
υποκατάσταση (η) | suppletion |
υποκατάστατος-η-ο | suppletive |