ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
αφαίρεση (η) subtraction
αφαιρετικός-ή-ό subtractive
αφαιρετική δι(πλό)γλωσση εκπαίδευση (η) subtractive bilingual education
αφαιρετική δι(πλο)γλωσσία (η) subtractive bilingualism
υποδένδρο (το) subtree
υποτύποι subtypes
ψιθυριστή/σιωπηλή ανάγνωση (η) subvocal reading
διάδοχο στοιχείο (το) succedent
διαδοχή (η) succession
διαδοχικός κυκλικός successive cyclic