ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
υποτακτικός-ή-ό | subordinator |
υποφωνημικός,-ή,-ό | subphonemic |
υποφωνημική αλλαγή (η) | subphonemic change |
υποτεμάχιο (το) | subsegment |
υποτεμαχιακό | subsegmental |
υποσύνολο (το) | subset |
παράρτημα (το), τελευταίο μέρος (το) | subsidiaries |
υπόσταση (η) | substance |
χωρις υπόσταση | substance-free |
κατώτερη κοινή (η) | substandard |