ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
δομική αναλογία (η) | structural analogy |
Δομική ανάλυση (η) | structural analysis |
δομική αναλυσιμοτητα | structural analyzability |
δομική πτώση (η) | structural case |
δομική μεταβολή (η) | structural change (SC) |
δομική περιγραφή | structural description (SD) |
δομική διαλεκτολογία (η) | structural dialectology |
δομική σφαιρική μέθοδος (η) | structural global method |
δομική κυβέρνηση | structural government |
δομικός δείκτης (ο) | structural indicator |