ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
ανάλυση στοιχειοσειράς (η) | string analysis |
ισοδυναμία στοιχειοσειρών (η), ασθενής ισοδυναμία (η) | string equivalence |
γλώσσα ως σύνολο στοιχειοσειρών (η) | stringset |
ισχυρός-ή-ό | strong |
ισχυρή επάρκεια | strong adequacy |
ισχυρές συνθήκες επάρκειας (οι) | strong conditions of adequacy |
ισχυρή διασταύρωση/διασταυρωτική μετακίνηση (η) | strong crossover |
ισχυρή διασταυρωτική μετακίνηση | strong cross-over movement |
ισχυρό χαρακτηριστικό | strong feature |
ισχυρός τύπος (ο) | strong form |