ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Ερέθισμα (το) | stimulus |
ερέθισμα και αντίδραση | stimulus and response |
θεωρία ερεθίσματος-αντίδρασης (η) | stimulus-response theory |
στοχαστικός | stochastic |
στοχαστική γραμματική (η) | stochastic grammar |
στοχαστική φωνολογία (η) | stochastic phonology |
στοχαστική επισημείωση (η) | stochastic tagging |
προμήθεια (η) | stock |
Στωικοί | Stoics |
κλειστό(το) | stop |