ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
κλισέ (το) | sponge word |
σαρδάμ | spoonerism |
σποραδική αλλαγή (η) | sporadic change |
στόχευση | spotting |
γλωσσική ένωση (η) | Sprachbund |
Γλωσσική περιοχή (η), γλωσσικός δεσμός (ο) | Sprachbund |
γλωσσικό αίσθημα (το) | Sprachgefuhl |
Διαδίδω, /Μεταδίδω, τεταμένος-η-ο | spread |
μεταδίδω | spread |
τεταμένος-η-ο | spread |