ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
φυσική γενετική γραμματική (η) | natural generative grammar |
φυσική γενετική φωνολογία (η) | natural generative phonology |
φυσική γλώσσα (η) | natural language |
φυσική μορφολογία (η) | natural morphology |
φυσικές τάσεις (οι) | natural tense |
φυσικά (έναντι συμβατικών) σημεία (τα) | natural vs conventional signs |
φύσει (έναντι θέσει) | nature vs convention |
φυσική γενετική φωνολογία (ΦΓΦ) (η) | NGP |
φυλογενετικός,-ή,-ό | phylogenetic |
φυλογενετική σχέση (η) | phylogenetic relationship |