ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

424 results
Greek Term English Term
υπηρεσία αποσπασμάτων (η) abstracting service
υπερώνυμο (το) hypernym
υπερώνυμο (το) hyperonym
υπερωνυμικός,-ή,-ό hyperonymic
υπερωνυμία hyperonymy
υπεύθυνος ορολογίας (ο) terminologist
υπερωικός-ή-ό uvular
υπερωικός-ή-ό velar
υπερωικός τσιτακισμός (ο) velar softening
υπερωικός,-ή,-ό velic