ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

424 results
Greek Term English Term
Υπερσυντέλικος (ο), συντελεσμένος παρελθοντικός (ο) past perfect plusperfect
υπερσυντέλικος (ο) pluperfect
υπερτασσόμενη έννοια superordinate concept
υπερτασσόμενο επίπεδο (το) superordinate level
υπέρταξη (η) superordination
υπερσχήματα (τα) superschemas
υπερσχηματικός κανόνας (ο) superschematic rule
υπερσχηματική δομή (η) superschematic structure
υπερτεμαχιακά φαινόμενα suprasegmental phenomena
υπερτεμαχιακά φαινόμενα suprasegmentals