ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| υπερορθότητα (η) | hypercorrectness |
| υπερρινικότητα (η) | hypernasality |
| υπερσημημικός,-ή,-ό | hypersememic |
| Υπερσημασιοτακτικοί περιορισμοί (οι) | hypersemotactics |
| υπεροικογένεια (η) | macro-family |
| υπερομαλοποίηση (η) | over-regularization |
| υπεροδήγηση (η) | oversteer |
| υπερσυντέλικος (ο) | past perfect |
| υπερπόδας (ο) | superfoot |
| Υπεροχή (η) | superiority |