ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

720 results
Greek Term English Term
τονητική(η) tonetics
τονολογία (η) tonetics
Τονολογία (η) tonetics
τονημική(η) tonemics
τόνημα (το) toneme
τονικό σάντι tone sandhi
τονικός συνωστισμός (ο) tonal crowding
Τοκ Πισίν (η) (γλώσσα) TokPisin
Τοχαρική (η) (γλώσσα) Tokharian
τεκμήρια της αλλαγής token/sign of change