ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

720 results
Greek Term English Term
Τσούκτσι (η) (γλώσσα) Chukchi
Τσουκοτκο-καμτσατκική (η) (γλώσσα) Chukotko-Kamchatkan
τυ­πι­κό κριτή­ριο (το) formal criteriοn
τυπικά καθολικά (τα) formal universals
τυμπανική κοιλότητα  scala tympani
τυπικά (συνομιλιακά) υπονοήματα (τα) standard (conversational) implicatures
Τσουάνα (η) (γλώσσα) TN
Τσόνγκα (η) (γλώσσα) Tsonga
τυ­πο­ποι­η­μέ­νη γλώσ­σα δο­μής χα­ρα­κτη­ρι­στι­κών (η) typed feature structure language
τύ­πος λέ­ξης (o) word form