ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

720 results
Greek Term English Term
τομέας λεξικού (ο) dictionary component
τομή (η) intersection
τομή συνόλων (η) intersection set
τομέας μορφολογίας (o) morphology component
τομέας φραστικής δομής (ο) phrase-structure component
τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων ( η) positron-emission tomography (PET)
Τόνγκα (η) (γλώσσα) TO
τόνημα (το) toneme
τονημική(η) tonemics
Τόνγκα (η) (γλώσσα) Tongan