ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
σύμφυση (η) | adhesion |
συμφυρμός (ο) | blend |
Συμφυρμός (ο) | blend |
σύμφυρση (η) | blending |
Σύμφυρση (η) | blending |
συμφυματοποίηση (η) | coalescence |
Σύμφυση (η) | coalescence |
σύμφυση (η) | coalescence |
συμφυρμός συνθετικός | compound-like blend |
συμφυρμός ενθηματοποιημένος (ο) | infixed blend |