ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Συμβολισμός με γωνιώδεις αγκύλες (ο) | angled brackets notation |
συμβολισμός (o) | notation (al) |
συμβολισμού (του) | notational |
συμβολιστικός,-ή,-ό | notational |
συμβολική σημασία (η) | significative meaning |
συμβολικό πεδίο της γλώσσας (το) | symbol field of language |
Συμβολικός-ή-ό | symbolic |
Συμβολικός-ή-ό | symbolic |
συμβολική συνάθροιση (η) | symbolic assembly |
συμβολική μονάδα (η) | symbolic unit |