ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| στιλ λεξικου (το) | dictionary style |
| στιγμιαίος μέλλοντας (ο) | future punctual |
| στιγμιαίος,-α,-ο | instantaneous |
| στιγμογράφηση (η) | instantiation |
| στιγμιαίος | punctual (punct) |
| στιγμιότητα (η) | punctuality |
| στίξη (η) | punctuation |
| στοίβα ώθησης προς τα κάτω (η) | pushdown stack |
| στιγμιαίος-α-ο | semelfactive |
| στο τέλος της λέξης | word-final |