ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1717 results
Greek Term English Term
σημείο αναφοράς (το) antecedent
σημείο άρθρωσης (το) articulation sign
σημείο επεξηγησης (το) elaboration site
σημείο αναφοράς (το), τοπόσημο (το) landmark
σημείο γλωσσικό (το) linguistic sign
σημείο άρθρωσης (το) point of articulation
σημείο αναφοράς (το) point of reference
σημείο αναφοράς reference point
σημείο εκφώνησης (το) spell-out
σημείο εκφώνησης utterance sign