ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
συντελεστής προσδιορισμού (ο) | coefficient of determination |
συντελεστής διαφοροποιητικότητας/διακριτότητας (ο) | distinctiveness coefficient |
συντελεστής αξιοπιστίας | Kuder-Richardson reliability coefficient |
συντελεστής γραμμικής πρόβλεψης (ο) | linear prediction coefficient (LPC) |
συντελεστής (ο) | operator |
συντελεσμένος,-η,-ο | perfect |
συντελεσμένος,-η,-ο (& ατελής,-ής,-ές) | perfect (& imperfect) |
συντελεσμένος,-η,-ο | perfective |
συντελεστής κλίμακας | scaling factor |
συντελεστής βαρύτητας | weighting factor |