ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
περιορισμός καθορισμένου υποκειμένου (ο) | actant constraint |
πράξη (η) | action |
προτίμηση πρόταξης του δράστη (η) | actor first preference |
πραγματικές έναντι πιθανών λέξεις (οι) | actual v. potential words |
πρόβλημα της ενεργοποίησης (το) | actuation problem |
προσαρμόσιμος,-η,-ο | adaptable |
προσαρμογή (η) | adaptation |
προσαρμοστικός,-ή,-ό | adaptive |
προσαρμοστική διαφορική παλμοκωδική διαμόρφωση (η) | adaptive differential pulse code modulation |
προσθήκη (η) | addendum |