ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1763 results
Greek Term English Term
πλησιέστερο γένος (το) genus proximum
πνεύμονες (οι) lungs
πλοήγηση (η) navigation
πλησιωνυμία (η) near-synonymy
πλησιομορφία (η) plesiomorphy
πλησιωνυμία (η) plesionymy
πνευμονικό εκπνευστικό pulmonic egressive
πνευμονικό εισπνευστικό (το) pulmonic ingressive
Πλούτος της βάσης (o) richness of the base
πνευματικά/συγγραφικά δικαιώματα (τα) royalty