ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
περιοχή (η), Χώρος (ο) | area |
περιοσισμός συμπληρωματικού δείκτη-κενού (ο) | complementizer-gap constraint |
περιοριστικός-ή-ό | defining |
περιοχή (η), Πεδίο (το) | domain |
περιοριστικό πρώτο πρόσωπο | exclusive first person |
περιοχή (η) | region |
περιοριστικός-ή-ό | restrictive |
περιοριστική πρόταση (η) | restrictive clause |
περιοριστική τροποποίηση (η) | restrictive modification |
περιοριστική απλοποίηση | restrictive simplification |