ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1763 results
Greek Term English Term
περιορισμός καθορισμένου υποκειμένου (ο) actant constraint
περιορισμός επιλογής (ο) choice constraint
περιορισμός σημασίας constraint of meaning
περιορισμός παρεμφατικής πρότασης finite clause constraint
Περιορισμός μετακίνησης κεφαλής (ο) head movement constraint (HMC)
περιορισμός σύνδεσης (ο) linking constraint
περιορισμός σημασίας (ο) restriction of meaning
περιορισμός επιλογής (ο) selectional
περιορισμός προτασιακού υποκειμένου (ο) sentential subject constraint
περιορισμός παρεμφατικής πρότασης tensed sentense condition