ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
πολυσύνθετο (το) | decompositum |
πολυσυνθετική/ ενσωματωσιακή γλώσσα (η) | incorporating language |
πολυτεμαχιακός,-ή,-ό | plurisegmental |
πολυφωνημική ταξινόμηση (η) | polyphonemic classification |
πολυσυνθετικός,-ή,-ό | polysynthetic |
πολυσυνθετική δομή (η) | polysynthetic construction |
πολυσυστημικός,-ή,-ό | polysystemic |
πολυσυστημική φωνολογία (η) | polysystemic phonology |
πολυσυστημισμός (ο) | polysystemicism |
πολυτεχνικό λεξικό (το) | polytechnic dictionary |