ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| μη τυπικό ύφος (στην αργκό) (το) | informal style |
| μη φανερή / καλυμμένη μετακίνηση (η) | invisible movement |
| μη υψηλός,-ή,-ό | non-high |
| μη τοπικές συνθήκες σε δέντρα (οι) | non-local conditions on trees |
| μη τροπικό βοηθητικό (το) | non-modal auxilliary |
| μη φυσική (έναντι φυσικής) ομιλία (η) | non-natural vs natural meaning |
| μη τεταμένος,-η,-ο | non-tense |
| μη τερματικός,-ή,-ό | non-terminal |
| μη τερματικός,-ή,-ό | non-terminative |
| μη υποκινούμενος,-η,-ο | unmotivated |