ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1173 results
Greek Term English Term
μη γοητευμένος,-η,-ο charmless
Μη γοητευμένος-η-ο / Μη θελκτικός-ή- ό charmless
μη γειτνιάζων-ουσα-ον non-adjacent
μη ασυνεχής,-ής,-ές non-discrete
μη γεγονοτικός,-ή,-ό non-factive
μη γεγονοτική προϋπόθεση (η) non-factive presupposition
μη γραμμική πολυσημία (η) non-linear polysemy
μη γλωσσολογικά κριτήρια (τα) non-linguistic criteria
μη βούληση (η) non-volition
μη βουλητικός,-ή,-ό non-volitional