ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
μεταφορική σημασία | figurative meaning |
μεταφορά πρωταρχική (η) | metaphor primary |
μεταφορικός,-ή,-ό | metaphoric |
μεταφορικός συμφυρμός (ο) | metaphoric blend |
μεταφορική συνεπαγωγή (η) | metaphoric entailment |
μεταφορικός,-ή,-ό | metaphorical |
μεταφορική αντιστοιχία (η) | metaphorical correspondence |
μεταφορική συνεπαγωγή (η) | metaphorical entailment |
μεταφορά προσδιορισμένου επιπέδου (η) | specific-level metaphor |
μεταφορά της κατάρτισης (η) | transfer of training |