ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
μη συνοπτικός-ή-ό | continuative |
μουσικός τόνος διακύμανσης | contour tone |
Μετάπλαση (η), μεταπλασμός (ο) | conversion |
μετάπλαση (η) | conversion |
μετατροπή αφηρημένη | conversion d’ abstraction |
μετατροπή εστιασμένη | conversion de focalisation |
μεταπλαστικοί κανόνες | conversion rules |
μετατρέπω | convert |
μεσολόβιο | corpus callosum |
μεταφορά βάσει συσχετισμού (η) | correlation-based metaphor |