ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
μορφοφωνολογικός,-ή,-ό | morphonological |
μορφοφωνολογικό επίπεδο (το) | morphonological level |
μορφοφωνολογικός κανόνας (ο) | morphonological rule |
μορφοφωνολογικός,-ή,-ό | morphophonological / morpho-phonological |
μορφοφωνολογικό επίπεδο (το) | morphophonological level |
μορφοφωνολογικός κανόνας (ο) | morphophonological rule |
Μορφοφωνολογία (η) / Μορφωνολογία (η) | morphophonology / Morphonology |
Μοσική (η) (γλώσσα) | Mosan |
Μόσι (η) (γλώσσα) | Mossi |
μοτίβο κατανομής (το) | pattern of distribution |