ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
λεξιπλαστικός,-ή,-ό | nonce |
λεξιπλασία (η) | nonce form |
λέξη λεξιπλασίας (η) | nonce word |
λέξη χωρίς σημασία (η) | nonsense word |
Λίστα Βασικών Αγγλικών Λέξεων του Ogden (η) | Ogden’s Basic English Word List |
λεξικό από φύλλα φοίνικα (το) | ola dictionary |
λεξικό στο ίντερνετ (το) | on-line dictionary |
λέξη ανοιχτής τάξης (η) | open-class word |
λειτουργία (η) | Operation / function |
λειτουργικός ορισμός (ο) | operational definition |