ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| Κοινοτική Εκμάθηση Γλώσσας (η) | Community Language Learning |
| κοινωνική δείξη | social deixis |
| κοινωνική διάλεκτος | social dialect |
| κοινωνική διαλεκτολογία (η) | social dialectology |
| κοινωνική απόσταση (η) | social distance |
| κοινωνική λειτουργία (η) | social function |
| κοινωνικά στερεότυπα (τα) | social stereotypes |
| Κοινωνική διαστρωμάτωση (η) | social stratification |
| κοινωνική ποικιλία | social variation |
| Κοινωνική διεπιδραστκότητα/ αλληλεπίδραση / διεπίδραση (η) | social-interactionism |