ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| Κοινοτική Γλωσσική Εκμάθηση (η) | CLL |
| κοινός,-ή,-ό | common |
| κοινός πυρήνας (ο) | common core |
| κοινός τόπος (ο) | common ground |
| κοινός δείκτης αναφοράς (ο) | common referential indices |
| κοινός πυρήνας (ο) | commoncore |
| Κοινοπραξία Λεξικής Έρευνας (η) | Consortium for Lexical Research (CLR) |
| Κοινότητα Ανοιχτών Γλωσσικών Αρχείων (η) | Open Language Archives Community (OLAC) |
| κοινός νεωτερισμός (ο) | shared innovation |
| κοινός τόπος σύγκρισης (ο) | tertium comparationis |