ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| Θετικός-ή-ό | plus |
| θετικός,-ή,-ό | positive |
| θετικός βαθμός (ο) | positive degree |
| θετικό πρόσωπο (το) | positive face |
| θετικός βαθμός (ενός επιθέτου) (ο) | positive grade |
| θετική ευγένεια (η) | positive politeness |
| θετική παρεμβολή (η) | positive transfer |
| θετικισμός (ο) | positivism |
| Θεώρημα (το) | theorem |
| θεώρημα της απεραντοσύνης (το) | vastness theorem |